Οι συνέπειες από την έλλειψη ή την ανεπάρκεια του ψευδαργύρου©

Υπό του Δρ. Δημητρίου Ν. Γκέλη (MD, ORL, DDS, PhD, Medical Life Coach) και των συνεργατών του.

Zincobell: Μπορείτε να αγοράσετε το προϊόν online μέσω της ιστοσελίδας pharmagel.gr ακολουθώντας τον παρακάτω σύνδεσμο:

Αγορά Zincobell

Συγγραφείς: Δρ Δημήτριος Ν. Γκέλης (MD, ORL, DDS, PhD), Aικατερίνη Γκέλη (MD, Radiologist) 

  Η γνώση ότι, ο ψευδάργυρος είναι απαραίτητο ιχνοστοιχείο για τον ανθρώπινο οργανισμό  καθιερώθηκε το 1963.

Κατά τη διάρκεια των τελευταίων 60 ετών, έχουν παρατηρηθεί τεράστιες πρόοδοι, τόσο στις κλινικές, όσο και στις βασικές επιστήμες του μεταβολισμού του ψευδαργύρου στον άνθρωπο. 

 Δρ Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός,Ωτορινολαρυγγολόγος, Οδοντίατρος, Διδάκτωρ της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών.

Κόρινθος, 20100, 2741026658, 6944280764 

www.gelis.gr   www.pharmagel.gr   pharmage@otenet.gr

ΙΔΙΑΙΤΕΡΑ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝΤΑ: Προληπτική Ιατρική, Συμπληρωματική Ιατρική, Κλινική Φαρμακολογία, Ιατρική Διατροφολογία, Ιατρική έρευνα

 Αικατερίνη Γκέλη 
Ιατρός, 

Ακτινοδιαγνώστρια 
με ιδιαίτερο ενδιαφέρον
στην Ιατρική Διατροφολογία,
Ακτινοδιαγνωστική και 
Υπερηχογραφική Διαγνωστική
Περιβαλλοντική Ιατρική, 
Συμπληρωματική Ιατρική
Διεύθυνση Ιατρείου:
Παπαληγούρα 16, Άσσος 
Κορινθίας, Τηλ. 2741087758,
6944644820 
email:kgkeli@hotmail.com

Ο κύριος παράγοντας που συμβάλλει στην έλλειψη ή την ανεπάρκεια του ψευδαργύρου είναι η υψηλή πρόσληψη πρωτεΐνης δημητριακών που περιέχει φυτάτες, ιδίως από τους κατοίκους του αναπτυσσόμενου κόσμου, που αποτρέπει την απορρόφηση του ψευδαργύρου από το έντερο. Υπολογίζεται ότι παγκοσμίως  σχεδόν 2 δισεκατομμύρια άτομα μπορεί να έχουν έλλειψη ψευδαργύρου[2].

 Η προβλέψιμη έλλειψη ή ανεπάρκεια  ψευδαργύρου έχει παρατηρηθεί σε ασθενείς με σύνδρομο δυσαπορρόφησης, ηπατική νόσο, χρόνια νεφρική νόσο, δρεπανοκυτταρική αναιμία και άλλες χρόνιες ασθένειες. Τα κύρια κλινικά προβλήματα που προκύπτουν από την έλλειψη ψευδαργύρου στους ανθρώπους περιλαμβάνουν την καθυστέρηση της ανάπτυξηςκυτταρική ανοσολογική δυσλειτουργία και γνωσιακή εξασθένηση

O Prasad (2020) αναφέρει ότι σε νάνους με έλλειψη ψευδαργύρου από τη Μέση Ανατολή παρατηρήθηκε  καθυστέρηση της σωματικής ανάπτυξης, καθυστερημένη σεξουαλική ανάπτυξη, ευαισθησία σε λοιμώξεις, κακή όρεξη και ψυχικός λήθαργος. Σημειώνει δε ότι, ποτέ δεν βρήκε ένα νάνο με έλλειψη ψευδαργύρου που επέζησε πέρα ​​από την ηλικία των 25 ετών [3].

Το 1963, γνωρίζαμε μόνο 3 ένζυμα που απαιτούσαν ψευδάργυρο για τις δραστηριότητές τους, αλλά τώρα γνωρίζουμε >300 ένζυμα και >1000 μεταγραφικούς παράγοντες που είναι γνωστό ότι απαιτούν ψευδάργυρο για τις δραστηριότητές τους. Ο ψευδάργυρος είναι ένας δεύτερος αγγελιοφόρος των κυττάρων του ανοσοποιητικού συστήματος και ο ενδοκυτταρικός ελεύθερος ψευδάργυρος σε αυτά τα κύτταρα συμμετέχει σε συμβάντα σηματοδότησης. 

Η χορήγηση  ψευδαργύρου έχει χρησιμοποιηθεί με μεγάλη επιτυχία ως θεραπευτική μέθοδος για τη διαχείριση της οξείας διάρροιας στα παιδιά, της νόσου του Wilson, του κοινού κρυολογήματος και για την πρόληψη της τύφλωσης σε ασθενείς με ξηρό τύπο εκφύλισης της ωχράς κηλίδας που σχετίζεται με την ηλικία και είναι πολύ αποτελεσματικός στη μείωση της επίπτωσης μόλυνσης στους ηλικιωμένους. Ο ψευδάργυρος όχι μόνο ρυθμίζει την κυτταρική ανοσία αλλά είναι επίσης ένας αντιοξειδωτικός και αντιφλεγμονώδης παράγοντας.  [2, 4]

Ο ψευδάργυρος συμβάλλει στη διατήρηση της ακεραιότητας του δέρματος και των βλεννογόνων.


Ο Pan Zou και οι συνεργάτες του Ιατρικού Κολλεγίου  Tongji του Πανεπιστήμιο Επιστήμης και Τεχνολογίας Huazhong, Wuhan στην Κίνα αναφέρουν ότι, το δέρμα είναι ο τρίτος, κατά προτεραιότητα, ιστός του ανθρωπίνου σώματος σε περιεκτικότητα σε  ψευδάργυρο. Η έλλειψη ή η ανεπάρκεια ψευδαργύρου μπορεί να οδηγήσει σε μια σειρά από δερματικές παθήσεις. 

Εκτός από την εντεροπαθητική ακροδερματίτιδα, μια σπάνια γενετική έλλειψη ψευδαργύρου, έχει αναφερθεί ότι υπάρχει και σε άλλες ασθένειες. Τα τελευταία χρόνια, τα συμπληρώματα ψευδαργύρου έχουν χρησιμοποιηθεί ευρέως για διάφορες δερματικές παθήσεις, συμπεριλαμβανομένων μολυσματικών ασθενειών (ιογενή κονδυλώματα, μυμηγκιές, έρπης των γεννητικών οργάνων, δερματική λεϊσμανίαση, λέπρα), φλεγμονώδεις ασθένειες (πυώδης ιδραδενίτιδα, κοινή ακμή, ροδόχρους ακμή, εκζεματώδης δερματίτιδα, σμηγματορροϊκή δερματίτιδα, ψωρίαση, η νόσος του Behcetστοματικός λειχήνας), χρωστικές ασθένειες (λεύκη, μέλασμα), ασθένειες που σχετίζονται με όγκους (βασικοκυτταρικό καρκίνωμα), ενδοκρινικές και μεταβολικές ασθένειες (νεκρολυτικό μεταναστευτικό ερύθημα, νεκρολυτικό ερύθημα ακραίου άκρου), ασθένειες μαλλιών (αλωπεκία) και ούτω καθεξής[5].

Σύμφωνα με την Valerie Glutsch και τους συνεργάτες του  Πανεπιστημιακού Ιατρικού Κέντρου του, Würzburg, Γερμανίας (2019) οι διαταραχές στον μεταβολισμό του ψευδαργύρου μπορεί να προκαλέσουν διαταραχές που συνήθως εκδηλώνονται στο δέρμα. Μια αυτοσωματική υπολειπόμενη διαταραχή έλλειψης ψευδαργύρου, η εντεροπαθητική ακροδερματίτιδα προκαλείται από μια μετάλλαξη στο γονίδιο που κωδικοποιεί τον μεταφορέα ZIP4. Λόγω της εντερικής δυσαπορρόφησης ψευδαργύρου, τα προσβεβλημένα βρέφη αναπτύσσουν κλινικά σημεία και συμπτώματα λίγο μετά τον απογαλακτισμό. 

Η επίκτητη έλλειψη ψευδαργύρου είναι μια σπάνια αλλά υποδιαγνωσμένη διαταραχή που σχετίζεται με διάφορες αιτιολογίες και ποικίλες κλινικές εκδηλώσεις. Ανάλογα με την ηλικία του ασθενούς, πρέπει να ληφθούν υπόψη πολλές αιτίες. Δεδομένων των χαρακτηριστικών περιστομιακών και ακραίων βλαβών, η κλινική διάγνωση γίνεται συνήθως από δερματολόγους. Η εργαστηριακή επιβεβαίωση περιλαμβάνει μέτρηση των επιπέδων ψευδάργυρου στο πλάσμα και - ως συμπληρωματικό μέτρο - εξαρτώμενων από τον ψευδάργυρο ενζύμων, όπως η αλκαλική φωσφατάση

Η από του στόματος θεραπεία υποκατάστασης ψευδαργύρου συχνά οδηγεί σε κλινική ύφεση μέσα σε λίγες ημέρες. Ανάλογα με την αιτία, η διαχείριση της νόσου θα πρέπει να περιλαμβάνει συνεργασία με παιδιάτρους και γαστρεντερολόγους προκειμένου να διασφαλιστεί η βέλτιστη φροντίδα των ασθενών[6].

Κατά τον Kazuya Ooi του τμήματος φαρμακολογίας της Ιατρικής σχολής του πανεπιστημίου, Suzuka της Ιαπωνίας στα  ηλικιωμένα άτομα η έλλειψη ψευδαργύρου είναι πιθανό να προκαλέσει ξηροδερμία και η συμπληρωματική χορήγηση ψευδαργύρου μπορεί να διατηρήσουν την ενυδάτωση του δέρματος[7]. 

Ο ψευδάργυρος είναι ανοσοενισχυτικός και συμμετέχει στους αντικαρκινικούς αμυντικούς μηχανισμούς.

Το ανθρώπινο σώμα δεν μπορεί να αποθηκεύσει αποθέματα ψευδαργύρου, επομένως μια έλλειψη ή ανεπάρκεια μπορεί να προκύψει σχετικά γρήγορα, π.χ. μέσω μιας ακατάλληλης διατροφής. Η σοβαρή ανεπάρκεια ψευδαργύρου είναι σπάνια, αλλά ήπιες ελλείψεις είναι συνηθισμένες σε όλο τον κόσμο. Πολλές επιδημιολογικές μελέτες έχουν δείξει μια σχέση μεταξύ της περιεκτικότητας σε ψευδάργυρο στη διατροφή και του κινδύνου εμφάνισης καρκίνου.

 Η αντικαρκινική δράση του ψευδαργύρου συνδέεται συχνότερα με τις αντιοξειδωτικές του ιδιότητες. Ωστόσο, αυτή είναι μόνο μία από τις πολλές δυνατότητες, συμπεριλαμβανομένης της επιρροής του ψευδαργύρου στο ανοσοποιητικό σύστημα, των μεταγραφικών παραγόντων, της διαφοροποίησης και πολλαπλασιασμού των κυττάρων, της σύνθεσης και επιδιόρθωσης του DNA και του RNA, της ενεργοποίησης ή αναστολής ενζύμων, της ρύθμισης της κυτταρικής σηματοδότησης και της σταθεροποίησης της κυτταρικής δομής και των κυτταρικών μεμβρανών[8].

Ο ρόλος του ψευδαργύρου στην παθογένεση του καρκίνου του οισοφάγου

Ο Xin Yang και οι συνεργάτες (2022) μελέτησαν τη σχέση μεταξύ της πρόσληψης ή της συμπληρωματικής λήψης  βασικών ιχνοστοιχείων (ειδικά ψευδάργυρου, χαλκού, σιδήρου και σεληνίου) και του κινδύνου εκδήλωσης καρκίνου του οισοφάγου. Η έρευνά τους αποκάλυψε ότι η πρόσληψη ψευδαργύρου μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο καρκίνου του οισοφάγου, ειδικά σε περιοχές με υψηλό επιπολασμό του καρκίνου του οισοφάγου με καρκίνωμα πλακώδους επιθηλίου. 

Η συσχέτιση μεταξύ της χορήγησης συμπληρωμάτων χαλκού και του καρκίνου του οισοφάγου  παραμένει αβέβαιη.

 Η συνολική κατανάλωση σιδήρου πιστεύεται ότι σχετίζεται με χαμηλότερο κίνδυνο καρκίνου του οισοφάγου, ενώ η πρόσληψη σιδήρου αίμης μπορεί να σχετίζεται με υψηλότερο κίνδυνο εκδήλωσης καρκίνου του οισοφάγου. Ο σίδηρος αίμης βρίσκεται στο κρέας, τα ψάρια και τα πουλερικά

Η πρόσληψη σεληνίου έδειξε προστατευτική δράση κατά του καρκίνου του οισοφάγου. ειδικά για τα άτομα με χαμηλό αρχικό επίπεδο σεληνίου[9].

Ο ρόλος του ψευδαργύρου στην παθογένεση του καρκίνου του μαστού

Η μελέτη 24 δημοσιεύσεων, που πληρούσαν τα κριτήρια ένταξης και αποκλεισμού, των Sehar Iqbal και Inayat Ali  (2022) που έκαναν ερευνώντας τα δεδομένα στις μηχανές ιατρικής πληροφόρησης PubMed και Scopus,  σχετικά με τη διαιτητική πρόσληψη σιδήρου έδειξαν μια επιζήμια επίδραση του αυξημένου διατροφικού σιδήρου αίμης στον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του μαστού. 

Επιπλέον έδειξαν ότι, υπάρχουν περιορισμένες ενδείξεις για την υψηλή διατροφική πρόσληψη σεληνίου και ψευδαργύρου ότι μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο εκδήλωσης  κινδύνου καρκίνου του μαστού. Επίσης, μερικές μελέτες έδειξαν μια σχέση μεταξύ της υψηλής κατανάλωσης καδμίου και του κινδύνου για καρκίνο του μαστού[10].

Ο ρόλος του ψευδαργύρου στην παθογένεση και τη θεραπεία του καρκίνου του προστάτη

Ο προστάτης συνήθως περιέχει άφθονο ενδοκυτταρικό ψευδάργυρο και η απώλεια ψευδαργύρου είναι χαρακτηριστικό της ανάπτυξης καρκίνου του προστάτη. Ο υποκείμενος μηχανισμός αυτής της απώλειας δεν είναι σαφώς κατανοητός. Η γνώση ότι η περίσσεια ψευδάργυρου αποτρέπει την ανάπτυξη καρκίνων του προστάτη υποδηλώνει ότι οι θεραπείες με τη χορήγηση ψευδάργυρου θα μπορούσαν να είναι μια αποτελεσματική προσέγγιση για την πρόληψη και τη θεραπεία του καρκίνου, αν και εξακολουθούν να υπάρχουν επιφυλάξεις[11]. 

Σύμφωνα με τις έρευνες του Costello LC και των συνεργατών (2005) το  πιο σταθερό και επίμονο βιοχημικό χαρακτηριστικό του καρκίνου του προστάτη είναι η αξιοσημείωτη μείωση των επιπέδων του ψευδαργύρου και των κιτρικών στα κακοήθη κύτταρά του. Αυτή η σχέση παρέχει αδιάσειστα στοιχεία ότι η χαμένη ικανότητα των κακοήθων κυττάρων να συσσωρεύουν ψευδάργυρο είναι ένας σημαντικός παράγοντας για την ανάπτυξη και την εξέλιξη της κακοήθειας του προστάτη. Επιπλέον, αυτή η σχέση παρέχει μια λογική βάση για την ιδέα ότι η αποκατάσταση υψηλών επιπέδων ψευδαργύρου στα κακοήθη κύτταρα θα μπορούσε να είναι αποτελεσματική στη θεραπεία και την πρόληψη του προστάτη[12].

Σύμφωνα με τον Franklin RB και τους συνεργάτες (2005) στο επιθηλιακό κύτταρο του προστάτη, η συσσώρευση υψηλού κυτταρικού ψευδαργύρου είναι μια εξειδικευμένη λειτουργία που είναι απαραίτητη για αυτά τα κύτταρα να εκτελούν τις κύριες φυσιολογικές λειτουργίες παραγωγής και έκκρισης κιτρικού. Η παραγωγή κιτρικού και η έκκρισή του στο προστατικό υγρό είναι μια διαφοροποιημένη λειτουργία των επιθηλιακών κυττάρων του προστάτη που είναι προφανώς σημαντική για την αναπαραγωγή. Η απώλεια συσσώρευσης κιτρικού και ψευδαργύρου είναι το πιο σταθερό και επίμονο χαρακτηριστικό της κακοήθειας του προστάτη. Αυτό το χαρακτηριστικό του καρκίνου του προστάτη υποδηλώνει ότι η χαμένη ικανότητα των κακοήθων κυττάρων να συσσωρεύουν ψευδάργυρο και κιτρικό είναι ένας σημαντικός παράγοντας στην ανάπτυξη και την εξέλιξη της κακοήθειας. Η χαμένη ικανότητα των επιθηλιακών κυττάρων να συσσωρεύουν ψευδάργυρο και έτσι να συσσωρεύουν επίσης κιτρικό είναι το αποτέλεσμα της μειωμένης έκφρασης ειδικών μεταφορέων πρόσληψης ψευδαργύρου[13]

Ο Costello και ο Franklin ήδη από το 2005 αποκάλυψαν και απέδειξαν ότι ο προστάτης αδένας του ανθρώπου και πολλών άλλων ζώων έχει την κύρια λειτουργία της συσσώρευσης και της έκκρισης εξαιρετικά υψηλών επιπέδων κιτρικού. Αυτή η εξειδικευμένη μεταβολική διαδικασία «καθαρής παραγωγής κιτρικών» είναι το αποτέλεσμα μοναδικών μεταβολικών ικανοτήτων των εκκριτικών επιθηλιακών κυττάρων του προστάτη. Το σημαντικότερο όμως, στον καρκίνο του προστάτη είναι ότι χάνεται η ικανότητα για καθαρή παραγωγή κιτρικών. Εκτός από το κιτρικό, ο φυσιολογικός προστάτης και ο προστάτης με καλοήθη υπερπλασία  συσσωρεύει επίσης τα υψηλότερα επίπεδα ψευδαργύρου στο σώμα.

 Όπως, στον καρκίνο του προστάτη μειώνεται  το κιτρικό, έτσι μειώνεται επίσης και η ικανότητα του προστάτη για υψηλή συσσώρευση ψευδαργύρου. Αυτές και άλλες συσχετίσεις μεταξύ ψευδαργύρου και κιτρικού στον προστάτη είναι ενδεικτικές του σημαντικού ρόλου του ψευδαργύρου στη ρύθμιση του μεταβολισμού των κιτρικών σε φυσιολογικά και κακοήθη επιθηλιακά κύτταρα του προστάτη.

Η σχέση μεταξύ του μεταβολισμού του ψευδαργύρου και των κιτρικών έχει πλέον τεκμηριωθεί. Η ενδομιτοχονδριακή συσσώρευση υψηλών επιπέδων ψευδαργύρου αναστέλλει τη δραστηριότητα της μιτοχονδριακής (m-) ακονιτάσης, η οποία αναστέλλει την οξείδωση των κιτρικών. Αυτό ουσιαστικά περικόπτει τον κύκλο του Krebs και μειώνει σημαντικά την παραγωγή κυτταρικής ενέργειας (ATP) που συνήθως συνδέεται με την οξείδωση των κιτρικών. 

Είναι επίσης σαφές ότι η συσσώρευση ψευδαργύρου στα επιθηλιακά κύτταρα του προστάτη που παράγουν κιτρικό άλας ρυθμίζεται από την τεστοστερόνη και από την προλακτίνη. Αυτές οι σχέσεις αποτελούν τη βάση για μια νέα έννοια του ρόλου του ενεργειακού μεταβολισμού που σχετίζεται με τον ψευδάργυρο και τα κιτρικά στην κακοήθεια του προστάτη. Η αδυναμία των κακοήθων κυττάρων του προστάτη να συσσωρεύουν υψηλά επίπεδα ψευδαργύρου έχει ως αποτέλεσμα την αυξημένη οξείδωση του κιτρικού και τη συζευγμένη παραγωγή ΑΤΡ, που είναι απαραίτητη για την εξέλιξη της κακοήθειας[14].

 To 2022 o Yiwen Zhang και οι συνεργάτες δημοσίευσαν τα αποτελέσματα μιας μέσης παρακολούθησης 28,3 ετών, σε  6.980 περιστατικά καρκίνου του προστάτη. Σ’ αυτά τα περιστατικά περιλαμβάνονταν  1.053 θανατηφόρα και 1.143 επιθετικών καρκίνων. Η χρήση συμπληρωμάτων ψευδαργύρου δεν συσχετίστηκε με συνολικό, εντοπισμένο, χαμηλού και μέσου βαθμού καρκίνο του προστάτη. Ωστόσο, σε σύγκριση με τους μη χρήστες, οι άνδρες που χρησιμοποιούσαν συμπλήρωμα ψευδάργυρου πάνω από 75 mg/ημέρα διέτρεχαν υψηλότερο κίνδυνο για θανατηφόρο και επιθετικό καρκίνο του προστάτη. Ομοίως, οι άνδρες που έλαβαν συμπληρωματικό ψευδάργυρο για 15 ή περισσότερα χρόνια είχαν υψηλότερο κίνδυνο για θανατηφόρο και επιθετικό καρκίνο του προστάτη.

Κατά τους παραπάνω ερευνητές η λήψη συμπληρωμάτων ψευδαργύρου άνω των 75 mg την ημέρα ή για πάνω από 15 χρόνια μπορεί να αυξήσει σημαντικά τον κίνδυνο θανατηφόρου και επιθετικού καρκίνου του προστάτη. Συνεπώς απαιτείται προσοχή σχετικά με την υπερβολική χρήση συμπληρωμάτων ψευδαργύρου στους ενήλικες άνδρες[15]..

Πριν χορηγηθεί συμπληρωματικά ο ψευδάργυρος σε ενήλικες για λόγους καρκινοπροστασίας ή σε καρκινοπαθείς, ως επικουρική συμπληρωματική θεραπεία, πρέπει να μετρώνται τα επίπεδα του ψευδαργύρου στον ορό του αίματός τους. Ως έλλειψη ψευδαργύρου είναι τα επίπεδα συγκέντρωσής του <60 μg/dL. Ως  οριακή έλλειψη τα ≥60 έως <80 μg/dL. Και τα επιθυμητά φυσιολογικά όρια τα  ≥80 μg/dL.

Σε περίπτωση έλλειψης ή οριακής έλλειψης ψευδαργύρου χορηγείται από το στόμα η πιο ευαπορρόφητη μορφή ψευδαργύρου, ο πικολινικός ψευδάργυρος (10mg) που φέρεται στην ίδια κάψουλα μαζί με 119mg βιταμίνης C και κυκλοφορεί ως συμπλήρωμα διατροφής με την ονομασία Zincobell. H μεγίστη ημερήσια δοσολογία του ψευδαργύρου που μπορεί να ληφθεί είναι τα 40mg ημερησίως. Μπορεί να ληφθεί μία κάψουλα Zincobell  πρωι μεσημέρι βράδυ (συνολική ημερήσια δόση 30mg ημερησίως ή μία κάψουλα Zincobell  κάθε 6 ώρες (συνολική ημερήσια δόση  40mg ημερησίως). Η λήψη του ψευδαργύρου γίνεται πάντοτε κατά τη διάρκεια λήψης γεύματος, διότι ο ψευδάργυρος αν ληφθεί με κενό στομάχι μπορεί να προκαλέσει σε ορισμένα άτομα ναυτία, που παρέρχεται όμως σύντομα.

Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση

1.Ananda S Prasad. Discovery of human zinc deficiency: 50 years later J Trace Elem Med Biol. 2012 Jun;26(2-3):66-9.

2.Ananda S Prasad. Discovery of human zinc deficiency: its impact on human health and disease. Adv Nutr. 2013 Mar 1;4(2):176-90.

3.Prasad AS. Lessons Learned from Experimental Human Model of Zinc Deficiency. J Immunol Res. 2020 Jan 9;2020:9207279

4.Prasad AS. Discovery of human zinc deficiency: its impact on human health and disease. Adv Nutr. 2013 Mar 1;4(2):176-90.

5.Zou P, Du Y, Yang C, Cao Y. Trace element zinc and skin disorders.

Front Med (Lausanne). 2023 Jan 17;9:1093868. 
6.Glutsch V, Hamm H, Goebeler M. Zinc and skin: an update.
J Dtsch Dermatol Ges. 2019 Jun;17(6):589-596.

7.Ooi K. Onset Mechanism and Pharmaceutical Management of Dry Skin. Biol Pharm Bull. 2021;44(8):1037-1043.

8.Skrajnowska D, Bobrowska-Korczak B. Role of Zinc in Immune System and Anti-Cancer Defense Mechanisms. Nutrients. 2019 Sep 22;11(10):2273.
9.Yang X, Tang Z, Li J, Jiang J. Esophagus cancer and essential trace elements. Front Public Health. 2022 Nov 16;10:1038153.

10.Iqbal S, Ali I. Dietary Trace Element Intake and Risk of Breast Cancer: A Mini Review. Biol Trace Elem Res. 2022 Dec;200(12):4936-4948.

11.To PK, Do MH, Cho JH, Jung C. Growth Modulatory Role of Zinc in Prostate Cancer and Application to Cancer Therapeutics. Int J Mol Sci. 2020 Apr 23;21(8):2991.

12.Costello LC, Feng P, Milon B, Tan M, Franklin RB. Role of zinc in the pathogenesis and treatment of prostate cancer: critical issues to resolve. Prostate Cancer Prostatic Dis. 2004;7(2):111-7. 

13.Franklin RB, Milon B, Feng P, Costello LC. Zinc and zinc transporters in normal prostate and the pathogenesis of prostate cancer. Front Biosci. 2005 Sep 1;10:2230-9.

14.Costello LC, Franklin RB. Novel role of zinc in the regulation of prostate citrate metabolism and its implications in prostate cancer. Prostate. 1998 Jun 1;35(4):285-96.

15.Yiwen ZhangMingyang SongLorelei A Mucci , Edward L Giovannucci. Zinc supplement use and risk of aggressive prostate cancer: a 30-year follow-up study Eur J Epidemiol. 2022 Dec;37(12):1251-1260. .


Σημείωση: Το παρόν επιστημονικό άρθρο γράφτηκε για λόγους ενημέρωσης των ιατρών και των λοιπών επιστημόνων υγείας και δεν αποτελεί  μέσο διάγνωσης ή αντιμετώπισης ή πρόληψης ασθενειών, ούτε αποτελεί ιατρική συμβουλή για ασθενείς, από τον συγγραφέα ή τους συγγραφείς του άρθρου.

Την ευθύνη της διάγνωσης, θεραπείας και πρόληψης των ασθενειών τις έχει μόνον ο θεράπων ιατρός του κάθε ασθενούς, αφού πρώτα κάνει προσεκτικά ακριβή διάγνωση.

Γιαυτό συνιστάται η αποφυγή της αυθαίρετης εφαρμογής ιατρικών πληροφοριών από μη ιατρούς. Τα συμπληρώματα διατροφής δεν είναι φάρμακα, αλλά μπορεί να χορηγούνται συμπληρωματικά, χωρίς να παραιτούνται οι ασθενείς από  τις αποδεκτές υπό της ιατρικής επιστήμης θεραπείες ή θεραπευτικές τεχνικές και μεθόδους, που γίνονται, όταν χρειάζονται, υπό ιατρική καθοδήγηση,  παρακολούθηση και ευθύνη. Οι παρατιθέμενες διαφημίσεις εξυπηρετούν της δαπάνες συντήρησης της παρούσας ιστοσελίδας 

Το παρόν άρθρο προστατεύεται από το Νόμο 2121/1993 και 4481/2017 για την πνευματική ιδιοκτησία. Η ολική ή μερική αντιγραφή του παρόντος επιστημονικού άρθρου χωρίς τη γραπτή έγκριση του Δρ Δημητρίου Ν. Γκέλη θεωρείται κλοπή πνευματικής ιδιοκτησίας και διώκεται βάσει της νομοθεσίας.

 











Λιανική τιμή: 16.36€






...


  Ο συγγραφέας του παραπάνω άρθρου, Δρ Δημήτριος Ν. Γκέλης, δημιουργός του zinc.gr, σας ευχαριστεί που αφιερώσατε τον πολύτιμο χρόνο σας, για να διαβάσετε το παρόν άρθρο. Αν θα θέλατε να λαμβάνετε την ΙΑΤΡΙΚΗ ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ του Δρ Δ.Ν.Γκέλη μπορείτε να εγγραφείτε στα ενημερωτικά μας email στέλνωντας μας τη διεύθυνση του ηλεκτρονικού σας ταχυδρομειου, μέσω της παρακάτω φόρμας.