Ο ψευδάργυρος είναι απαραίτητο ιχνοστοιχείο για την κατάλληλη χρησιμοποίηση από τον οργανισμό του ασβεστίου, του μαγνησίου, του σιδήρου και άλλων ουσιών σε κυτταρικό επίπεδο.
Ο ψευδάργυρος παίζει σημαντικό ρόλο στην επούλωση των τραυμάτων και στη βελτιστοποίηση του ανοσοποιητικού συστήματος. Ακόμη και οριακές ελλείψεις στους εφήβους μπορούν να οδηγήσουν σε καθυστέρηση της αύξησης και της ανάπτυξης του σώματος.
Ο ψευδάργυρος είναι σημαντικός επίσης για τη δραστηριότητα της ινσουλίνης, τη διατήρηση της φυσιολογικής γεύσης, τη χρησιμοποίηση της βιταμίνης Α, την ομαλή λειτουργία των σμηγματογόνων αδένων του δέρματος (πρόληψη της ακμής) και την πρόληψη της στειρότητας σε ορισμένες περιπτώσεις.
Κυριότερες διατροφικές πηγές του ψευδαργύρου
|
Δρ Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός, Ωτορινολαρυγγολόγος, Οδοντίατρος, Διδάκτωρ της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Φλάμπουρο Λουτρακίου, 20300, Τ. 27440 23768, 6944280764
www.gelis.gr www.pharmagel.gr pharmage@otenet.gr
ΙΔΙΑΙΤΕΡΑ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝΤΑ: Συμπληρωματική Ιατρική, Κλινική Φαρμακολογία, Ιατρική Διατροφολογία
|
|
Αικατερίνη Γκέλη Ιατρός, Ακτινοδιαγνώστρια με ιδιαίτερο ενδιαφέρον στην Ιατρική Διατροφολογία, Ακτινοδιαγνωστική και Υπερηχογραφική Διαγνωστική Περιβαλλοντική Ιατρική, Συμπληρωματική Ιατρική Διεύθυνση Ιατρείου: Παπαληγούρα 16, Άσσος Κορινθίας, Τηλ. 2741087758, 6944644820 email:kgkeli@hotmail.com |
Οι κυριότερες διατροφικές πηγές πρόσληψης ψευδαργύρου είναι:
Θαλασσινά (στρείδια, μήδια, κυδώνια), κρέας, ψάρια, σπόροι, καρύδια, όσπρια, Αμάραντος, Ηλιόσποροι, Λιναρόσποροι, Κουρκουμάς, πρωτεΐνη τυρογάλακτος, πρωτεΐνη σόγιας.
Έχει υπολογιστεί ότι το 68% του πληθυσμού εφαρμόζει δίαιτες ελλειπείς σε ψευδάργυρο.
Που και πόσος ψευδάργυρος υπάρχει στο ανθρώπινο σώμα
- Η συνολική ποσότητα του ψευδαργύρου στο ανθρώπινο σώμα ανέρχεται στα 2 g (30 mmol) και είναι διεσπαρμένος σε όλους τους ιστούς του σώματος. [1].
- Υπολογίστηκε ότι το 60% του συνολικού ψευδαργύρου του σώματος βρίσκεται στους σκελετικούς μυς και το 30% στα οστά [1].
- Ο κοχλίας του έσω ωτός είναι το πλέον ψευδαργυροβριθές όργανο του ανθρώπου [2]
Ο χοριοειδής χιτώνας και το προστατικό υγρό υγιών ατόμων διαθέτουν υψηλές συγκεντρώσεις ψευδαργύρου. Το προστατικό υγρό πασχόντων από προστατίτιδα ή νεόπλασμα του προστάτη έχει χαμηλές συγκεντρώσεις ψευδαργύρου. Επιπρόσθετα με τις λοιπές διαγνωστικές εξετάσεις η μέτρηση των επιπέδων συγκέντρωσης του ψευδαργύρου του προστατικού υγρού θα μπορούσε να συμβάλει στη διαφορική διάγνωση μεταξύ της καλοήθους υπερπλασίας του προστάτη και των νεοπλασμάτων του [3].
Στo πλάσμα του αίματος κυκλοφορεί περίπου το 0.1% του συνόλου ψευδαργύρου του σώματος [1].
Η απορρόφηση του ψευδαργύρου εξαρτάται από τις συγκεντρώσεις του και γίνεται κατά μήκος όλου του λεπτού εντέρου Στη νήστιδα του λεπτού εντέρου γίνεται η μεγαλύτερη απορρόφηση του ψευδαργύρου. Ο ψευδάργυρος απεκκρίνεται από τους νεφρούς, το δέρμα και με τα κόπρανα [4].
- Δεν υπάρχουν αποθήκες ψευδαργύρου στο ανθρώπινο σώμα και χρειάζεται καθημερινά να προσλαμβάνεται ο ψευδάργυρος από τις τροφές [5].
- Στο Ηνωμένο Βασίλειο η συνιστώμενη καθημερινή ποσότητα ψευδαργύρου που πρέπει να προσλάβει ο ενήλικος άνδρας είναι τα 9.5 mg και για την ενήλικη γυναίκα τα 7 mg[5].
- Η συνιστώμενη ημερήσια δόση που συνιστά το The Food Standards Agency και το Department Health στο ηνωμένο Βασίλειο δεν πρέπει να ξεπερνάει τα 25 mg ημερησίως [5].
Έλλειψη ψευδαργύρου μπορεί να προκληθεί από ελλιπή πρόσληψη του μέσω της διατροφής, μακρόχρονη περεντερική διατροφή χωρίς συμπληρωματική χορήγηση ψευδαργύρου και από διαταραχές της εντερικής λειτουργίας που προκαλούν παρεμπόδιση της απορρόφησης ή κακή απορρόφηση από το έντερο του ψευδαργύρου.
Η έλλειψη ψευδαργύρου σχετίζεται στενά με την εμφάνιση νανισμού στα παιδιά, αναπνευστικές λοιμώξεις, διάρροια και δερματίτιδα Είναι δυσχερές να διαγνωστεί η έλλειψη ψευδαργύρου μόνο από τα χαμηλά επίπεδά του που μπορούν να ανιχνευτούν σε μια εξέταση αίματος.
Η διάγνωση της έλλειψης του ψευδαργύρου θα πρέπει να προκύπτει από τη μέτρηση των επιπέδων του στο αίμα, την παρουσία σημείων και συμπτωμάτων που μπορεί να τα συνοδεύουν και η αξιολόγηση της πρόσληψης ψευδαργύρου από το στόμα ή παρεντερικά [6].
Σε πολλές περιπτώσεις μπορεί τα επίπεδα του ψευδαργύρου να είν φυσιολογικά κατά την εξέταση του αίματος. Αυτό όμως δεν σημαίνει και την παρουσία επαρκών ενδοκυττάριων επιπέδων ψευδαργύρου.
Σοβαρή έλλειψη ψευδαργύρου
Σοβαρή έλλειψη ψευδαργύρου παρατηρείται στην εντεροπαθή ακροδερματίτιδα, η οποία είναι μια γενετική διαταραχή με διαταραγμένη την απορρόφηση και μεταφορά του ψευδαργύρου.
Συμπτώματα και σημεία της σοβαρής έλλειψης ψευδαργύρου είναι ανακοπή της αύξησης και της ανάπτυξης, η καθυστέρηση της σεξουαλικής ανάπτυξης , χαρακτηριστικά δερματικά εξανθήματα, χρόνια σοβαρή διάρροια, ανοσολογικές ανεπάρκειες, διαταραγμένη ικανότητα επούλωσης τραυμάτων, ελάττωση της όρεξης, διαταραχή της γεύσης, νυχτερινή τύφλωση, οίδημα και θόλωση των κερατοειδών χιτώνων και διαταραχές της συμπεριφοράς.
Προτού βρεθεί η αιτία της εντεροπαθούς ακροδερματίτιδας οι ασθενείς πέθαιναν τυπικά στη βρεφική ηλικία. Η χορήγηση όμως ψευδαργύρου από το στόμα, εφόρου ζωής, οδηγεί σε πλήρη υποχώρηση των συμπτωμάτων.
Περιγράφεται επίσης και η επίκτητη εντεροπαθής ακροδερματίτιδα σε ασθενείς με επεμβάσεις στη γαστρική οδό με στόχο τον περιορισμό του σωματικού βάρους (βαρυατρικές επεμβάσεις) [8].
Η τροφική έλλειψη του ψευδαργύρου είναι απίθανο να προκαλέσει σοβαρή έλλειψη ψευδαργύρου, αν δεν υπάρχει γενετική διαταραχή. Σοβαρή όμως έλλειψη ψευδαργύρου μπορεί να προκληθεί σε καταστάσεις με δυσαπορρόφηση ψευδαργύρου ή καταστάσεις με σοβαρές απώλειες ψευδαργύρου, όπως τα σοβαρά εγκαύματα και η παρατεταμένη διάρροια.
Σοβαρή έλλειψη ψευδαργύρου μπορεί να προκληθεί επίσης σε άτομα, που σιτίζονται αποκλειστικά με παρεντερική διατροφή, που δεν περιέχει ψευδάργυρο, στα άτομα με αλκοολισμό και σε άτομα που παίρνουν ορισμένα φάρμακα , όπως π.χ. η πενικιλαμίνη [9, 10].
Οριακή έλλειψη ψευδαργύρου
Ο ψευδάργυρος ρυθμίζει πολυάριθμες κυτταρικές λειτουργίες. Η έλλειψη ψευδαργύρου είναι συνηθισμένη στις γυναίκες. Έχει υπολογιστεί ότι το 80% των γυναικών και το 40% των εφήβων κοριτσιών καταναλίσκουν τροφές ανεπαρκείς σε ψευδάργυρο. Η έλλειψη ψευδαργύρου ενισχύει το οξειδωτικό στρες, τη φλεγμονή και τη βλάβη του DNA. To οξειδωτικό στρες και η φλεγμονή σχετίζονται με νόσο του μαστού [11].
Σήμερα είναι αναγνωρισμένο ότι, ακόμη και η ηπιότερη έλλειψη ψευδαργύρου συμβάλλει στη δημιουργία διαφόρων προβλημάτων υγείας σε όλες τις ηλικίες, ιδίως των παιδιών των υπό ανάπτυξη χωρών.
Υπολογίζεται ότι πάνω από 2 δισεκατομμύρια άνθρωποι στον πλανήτη μας πάσχουν από διατροφική έλλειψη ψευδαργύρου [12].
Επειδή δεν υπάρχει κάποιος ευρείας χρήσεως ευαίσθητος και ειδικός σηματοδότης της οριακής έλλειψης ψευδαργύρου, αυτό παρεμποδίζει τη μελέτη των επιπτώσεων της οριακής έλλειψης ψευδαργύρου στην υγεία [13].
Έχει χρησιμοποιηθεί η renal zinc clearance/glomerular filtration rate ratio (R(ClZn)/GFR) ως δείκτης της οριακής έλλειψης ψευδαργύρου, ο οποίος γενικά σχετίζεται με την έλλειψη σιδήρου στα παιδιά [14].
Ποιοι κινδυνεύουν να πάθουν έλλειψη ψευδαργύρου
1. Τα πρώρα και τα ελλειποβαρή πρόωρα νεογνά είναι επιρρεπή σε έλλειψη ψευδαργύρου. Τα πρόωρα νεογνά έχουν υψηλές ανάγκες σε ψευδάργυρο. Η συμπληρωματική χορήγηση ψευδαργύρου στα νεογνά περιορίζει τη νοσηρότητα και τη θνησιμότητά τους [15].
2. Τα μεγαλύτερα παιδιά που θηλάζουν και νήπια με ανεπαρκή συμπληρωματική πρόσληψη ψευδαργύρου από τις τροφές [16].
3. Παιδιά και έφηβοι. Η έλλειψη ψευδαργύρου δεν παρατηρείται μόνον στις υπό ανάπτυξη χώρες, αλλά έχει εξαπλωθεί και σε προηγμένες ιατροκοινωνικά και οικονομικά χώρες, όπως οι ΗΠΑ [17]. Οι έφηβοι με ακμή έχουν συνήθως χαμηλά επίπεδα ψευδαργύρου [18].
4. Οι έγκυες και οι μητέρες στη γαλουχία , ιδώς νεαρής ηλικίας [19].
5. Οι ασθενείς που σιτίζονται με ολική παρεντερική διατροφή [20].
6.Υποσιτισμένα άτομα, έτομα με ανεπαρκή λήψη πρωτεινών, νευρική ανορεξία. Η από του στόματος συμπληρωματική χορήγηση ψευδαργύρου σε δόση 10-20 mg πικολινικού ψευδαργύρου με βιταμίνη C [Zincobell], καθημερινά επί δύο μήνες είναι επιβεβλημένη σε όλα τα άτομα με νευρική ανορεξία [21].
7. Άτομα με σοβαρή ή επίμονη διάρροια. Στις υπό ανάπτυξη χώρες η διάρροπια προκαλεί γύρω στα δύο εκατομμύρια παιδικούς θανάτους ετησίως. Η συμπληρωματική χορήγηση ψευδαργύρου κατά τη διάρκεια της οξείας διάρροιας συνιστάται σήμερα από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας [WHO] και την UNICEF [22].
8. Άτομα με σύνδρομο δυσαπορροφήσης (κοιλιακή νόσος, ή κοιλιοκάκη, σύνδρομο βραχέος εντέρου [23, 24].
9. Τα άτομα με φλεγμονώδη νόσο του εντέρου ( Νόσος του Crohn, ελκώδης κολίτιδα) [25]. Τα άτομα με καθ’υποτροπήν αφθώδη στοματίτιδα [26].
ΣΧΕΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΕΙΨΗΣ ΨΕΥΔΑΡΓΥΡΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΚΑΘ΄ΥΠΟΤΡΟΠΗΝ ΑΦΘΩΔΟΥΣ ΣΤΟΜΑΤΙΤΙΔΑΣ
Η καθ’ υποτροπήν αφθώδης στοματίτιδα είναι μια συνηθισμένη νόσος του στοματικού βλεννογόνου, που προσβάλει το 20% του γενικού πληθυσμού.
Παρά τούτο, η αιτιολογία της νόσου παραμένει άγνωστη. Σε μια ελεγχόμενη μελέτη συγκρίθηκαν τα επίπεδα του ψευδαργύρου στο αίμα, 25 πασχόντων από υποτροπιάζουσα αφθώδη στοματίτιδα και ισάριθμου αριθμού υγιών ατόμων.
Οι ασθενείς ήσαν ηλικίας μεταξύ των 20 και 40 ετών με υποτροπιάζουσες άφθες μικρότερης διαμέτρου του 1 cm.
Από τη μελέτη αποκλείστηκαν οι έγκυες, οι μητέρες σε θηλασμό, οι πάσχουσες από συστηματική νόσο (ελκώδης κολίτιδα, νόσος του Crohn, νόσος Behçet), η λήψη φαρμάκων (τοπικών ή συστηματικών), χειρουργική επέμβαση στο στόμα κατά τη διάρκεια του προηγηθέντος μήνα και οι ελλείψεις σιδήρου, φολικού οξέος ή των βιταμινών B1, B2, B6 ή B12.
Έλλειψη ψευδαργύρου ανιχνεύτηκε στο 28% των ασθενών με υποτροπιάζουσα αφθώδη στοματίτιδα, ενώ στους υγιείς το 4%. Το μέσο επίπεδο ψευδαργύρου στον ορό των πασχόντων ήταν σημαντικά χαμηλότερο, συγκριτικά με το επίπεδο ψευδαργύρου των ατόμων της υγιούς ομάδας. Η μελέτη αυτή δείχνει ότι υπάρχει σχέση έλλειψης ψευδαργύρου και της υποτροπιάζουσας αφθώδους στοματίτιδας.
Ozler GS. Zinc deficiency in patients with recurrent aphthous stomatitis: a pilot study. J Laryngol Otol. 2014 Jun;128(6):531-3. doi: 10.1017/S0022215114001078. Epub 2014 May 22.
|
10. Οι αλκοολικοί με αλκοολική ηπατική νόσο, οι οποόι έχουν αυξημένη αποβολή ψευδαργύρου και χαμηλά επίπεδα ψευδαργύρου στο ήπαρ. Η δόση του πικολινικού ψευδαργύρου [ΖINCOBELL] που χορηγείται στην ηπατική νόσο είναι τα 50mg και πρέπει να λαμβάνονται με το γεύμα ώστε να περιοριστεί η πιθανότητα πρόκλησης ναυτίας [27].
11. Άτομα με χρονία νεφροπάθεια [28].
12. Άτομα με δρεπανοκυτταρική αναιμία [29].
13. Τα άτομα που χρησιμοποιούν φάρμακα, τα οποία ελαττώνουν την εντερική απορρόφηση του ψευδαργύρου ή αυξάνουν τη την απέκκρισή του ή παρεμποδίζουν τη χρησιμοποίησή του.[Βλέπε Αλληλεπιδράσεις ψευδαργύρου με φάρμακα].
14. Τα μεγαλύτερα των 65 ετών άτομα [30].
15. Οι αυστηρά χορτοφάγοι, μπορεί να χρειάζονται ψευδάργυρο κατά 50% περισσότερο από το κανονικό, διότι τα δημητριακά, οι σπόροι και τα λαχανικά περιέχουν υψηλά επίπεδα φυτατών. Οι φυτάτες είναι άλατα ή εστέρες του φυτικού οξέος, που παρεμποδίζουν την απορρόφηση του ψευδαργύρου.
Οι φυτοφάγοι πρέπει να παίρνουν συμπληρωματικά πικολινικό ψευδάργυρο με βιταμίνη C [Zincobell], διότι είναι η πιο ευαπορρόφητη μορφή ψευδαργύρου, του οποίου η απορρόφηση και βιοδιαθεσιμότητα ενισχύεται από την παρουσία της βιταμίνης C.
Συμπτώματα έλλειψης ψευδαργύρου
Ακμή, ξηρό δέρμα, αμνησία (διαταραχές της μνήμης), απάθεια, εύθραυστα νύχια, κθυστέρηση της σεξουαλικής ωρίμανσης, κατάθλιψη, διάρροια, έκζεμα, κόπωση, διαταραχή της σωματικής αύξησης, τριχόπτωση, υπερχοληστεριναιμία, ανοσοανεπάρκεια, ευερεθιστότητα, λήθαργος, ανορεξία, νυκταλωπία (ανικανότητα οράσεως στο ημίφως), παράνοια, άσπρες κηλίδες στα νύχια, , καθυστέρηση της επούλωσης τραυμάτων και καταγμάτων, σεξουαλική ανικανότητα [31],
Τα συμπτώματα της σοβαρής έλλειψης ψευδαργύρου είναι η φλυκταινώδης δερματίτιδα, αλωπεκία, απώλεια βάρους, διάρροια, δευτεροπαθείς λοιμώξεις από τη δυσλειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος, υπογοναδισμός και η μη επούλωση ελκών.
Σ’αυτές τις περιπτώσεις πρέπει να χορηγείται συμπληρωματικά ψευδάργυρος προσεκτικά, διότι αν χορηγηθούν μεγάλες δόσεις για μακρό χρονικό διάστημα μπορεί να προκληθεί έλλειψη χαλκού και αναιμία. Γι΄αυτό ο ψευδάργυρος πρέπει να χορηγείται με λογικό τρόπο και για όσο χρονικό διάστημα χρειάζεται ο ασθενής [32].
Πως ανιχνεύεται η έλλειψη ψευδαργύρου
Προς το παρόν δεν υπάρχει κάποιος ειδικός βιοχημικός σηματοδότης για την ανίχνευση της έλλειψης του ψευδαργύρου.
Τυπικά ως σηματοδότης των επιπέδων του ψευδαργύρου στον οργανισμό παραμένει η εύρεση χαμηλών συγκεντρώσεων του ψευδαργύρου στο πλάσμα ή τον ορό του αίματος. Η μέτρηση όμως αυτή έχει ορισμένους περιορισμούς, όπως η έλλειψη ευαισθησίας για την ανίχνευση της οριακής έλλειψης ψευδαργύρου, η ελάττωση των επιπέδων σε περίπτωση παρουσίας φλεγμονής και οι διακυμάνσεις του ψευδαργύρου κατά τη διάρκεια του εικοσιτετραώρου [33, 34]. Η έλλειψη ψευδαργύρου είναι συνηθισμένη στους καρδιοχειρουργικούς ασθενείς και ιδαίτερα όταν το καρδιοχειρουργικό προβλημα συνοδεύεται από την παρουσία υπέρτασης, υπρχοληστεριναιμίας ή παχυσαρκίας [35].
Αντιμετώπιση της έλλειψης ψευδαργύρου
Η αποδεδειγμένη έλλειψη ψευδαργύρου αντιμετωπίζεται, χορηγώντας πικολινικό ψευδάργυρο, που φέρεται μαζί με βιταμίνη C , χωρίς κανένα άλλο έκδοχο ή χημικό συντηρητικό [Zincobell caps]. Δίδεται προσοχή ώστε να αποφευχθεί η υπερδιόρθωση με τη χορήγηση υπερβολικήε δόσης, διότι αυτή μπορεί να συνοδευτεί από σοβαρές παρενέργειες, όπως ο γαστρικός ερεθισμός, με ναυτία, έμετο και γαστρική αιμορραγία. Επίσης η λήψη μεγάλων δόσεων ψευδαργύρου μπορεί να έχει ως επακόλουθο την πρόκληση ανεπάρκειας χαλκού. Γιαυτό πρέπει να γίνεται συχνή μέτρηση των επιπέδων του χαλκού στον ορό του αίματος, όσο διαρκεί η θεραπεία της έλλειψης ψευδαργύρου [36].
Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση
1.Human Vitamin and Mineral requirements, Chapter 16. Zinc. Agriculture and Consumer Protection Department, Food and Agriculture Organization of the United Nations, 2002
2. ShambaughGEJr.Zinc: the neglected nutrient. Am J Otol. 1989 Mar;10(2):156-160.
3.Gómez Y1, Arocha F, Espinoza F, Fernández D, Vásquez A, Granadillo V. Zinc levels in prostatic fluid of patients with prostate pathologies. Invest Clin. 2007 Sep;48(3):287-94.
4.Lee HH1, Prasad AS, Brewer GJ, Owyang C. Zinc absorption in human small intestine. Am J Physiol. 1989 Jan;256(1 Pt 1):G87-91.
5.A Synopsis of Dietary Reference Values; Health Education Authority, 1996
6.Willoughby JL1, Bowen CN. Zinc deficiency and toxicity in pediatric practice. Curr Opin Pediatr. 2014 Jul 15.
7.Valdés R, Mauret M, Castro Á. Acrodermatitis enteropathica: report of one case. Rev Med Chil. 2013 Nov;141(11):1480-3. doi: 10.4067/S0034-98872013001100017.
8.Mankaney GN1, Vipperla K. Images in clinical medicine. Acquired acrodermatitis enteropathica. N Engl J Med. 2014 Jul 3;371(1):67. doi: 10.1056/NEJMicm1312911.
9.Prasad AS. Discovery of human zinc deficiency: 50 years later. J Trace Elem Med Biol. 2012 Jun;26(2-3):66-9. doi: 10.1016/j.jtemb.2012.04.004. Epub 2012 Jun 2.
10.Prasad AS. Discovery of human zinc deficiency: its impact on human health and disease. Adv Nutr. 2013 Mar 1;4(2):176-90. doi: 10.3945/an.112.003210.
11.Bostanci Z1, Mack RP Jr2, Lee S3, Soybel DI4, Kelleher SL5. Paradoxical zinc toxicity and oxidative stress in the mammary gland during marginal dietary zinc deficiency. Reprod Toxicol. 2014 Aug 1. pii: S0890-6238(14)00197-X.
12.Prasad AS. Zinc deficiency. BMJ. 2003;326(7386):409-410. (PubMed)
13.King JC. Zinc: an essential but elusive nutrient. Am J Clin Nutr. 2011;94(2):679S-684S. (PubMed)
14. Tural E1, Meral C, Suleymanoglu S, Karademir F, Aydinoz S, Ozkaya H, Gültepe M, Ipcioglu OM, Gocmen I. Renal zinc clearance/glomerular filtration rate ratio as an indicator of marginal zinc deficiency associated with iron deficiency in childhood. J Am Coll Nutr. 2010 Apr;29(2):107-12.
15.Terrin G1, Berni Canani R, Passariello A, Messina F, Conti MG, Caoci S, Smaldore A, Bertino E, De Curtis M. Zinc supplementation reduces morbidity and mortality in very-low-birth-weight preterm neonates: a hospital-based randomized, placebo-controlled trial in an industrialized country. Am J Clin Nutr. 2013 Dec;98(6):1468-74. doi: 10.3945/ajcn.112.054478. Epub 2013 Sep 11.
16.Laureano A1, Brás S, Carvalho R, Amaro C, Cardoso J. Transient symptomatic zinc deficiency in a preterm exclusively breast-fed infant. Dermatol Online J. 2014 Feb 18;20(2). pii: doj_21547.
17.Willoughby JL1, Bowen CN. Zinc deficiency and toxicity in pediatric practice. Curr Opin Pediatr. 2014 Jul 15. [Epub ahead of print].
18.Amer M, Bahgat MR, Tosson Z, Abdel Mowla MY, Amer K. Serum zinc in acne vulgaris. Int J Dermatol. 1982 Oct;21(8):481-4.
19.Naem NE1, El-Sayed NM, Nossier SA, Abu Zeid AA. Zinc status and dietary intake of pregnant women, Alexandria, Egypt. J Egypt Public Health Assoc. 2014 Apr;89(1):35-41.
20.Franck AJ. Zinc Deficiency in a Parenteral Nutrition-Dependent Patient During a Parenteral Trace Element Product Shortage. JPEN J Parenter Enteral Nutr. 2014 Jan 28;38(5):637-639. [Epub ahead of print]
21.Birmingham CL1, Gritzner S. How does zinc supplementation benefit anorexia nervosa? Eat Weight Disord. 2006 Dec;11(4):e109-11.
22.Lazzerini M1, Ronfani L. Oral zinc for treating diarrhoea in children. Cochrane Database Syst Rev. 2013 Jan 31;1:CD005436.
23.Caruso R1, Pallone F, Stasi E, Romeo S, Monteleone G. Appropriate nutrient supplementation in celiac disease. Ann Med. 2013 Dec;45(8):522-31. doi: 10.3109/07853890.2013.849383. Epub 2013 Nov 7.
24.Alvarado Socarras J1, Rodríguez SC. Acrodermatitis enteropathica associated with short bowel syndrome.An Pediatr (Barc). 2013 Sep;79(3):191-2. doi: 10.1016/j.anpedi.2012.09.017. Epub 2012 Oct 26.
25. von Felbert V1, Hunziker T. Acrodermatitis enteropathica-like skin lesions due to Crohn's disease-associated zinc deficiency. Hautarzt. 2010 Nov;61(11):927-9.
26.Ozler GS. Zinc deficiency in patients with recurrent aphthous stomatitis: a pilot study. J Laryngol Otol. 2014 Jun;128(6):531-3.
27. MohammadMK1, ZhouZ, CaveM, BarveA, McClainCJ. Zinc and liver disease. Nutr Clin Pract. 2012 Feb;27(1):8-20.
28.Lobo JC1, Aranha LN, Moraes C, Brito LC, Mafra D. Linking zinc and leptin in chronic kidney disease: future directions. Biol Trace Elem Res. 2012 Apr;146(1):1-5.
29.Swe KM1, Abas AB, Bhardwaj A, Barua A, Nair NS. Zinc supplements for treating thalassaemia and sickle cell disease. Cochrane Database Syst Rev. 2013 Jun 28;6:CD009415.
30.Maywald M1, Rink L2. Zinc homeostasis and immunosenescence. J Trace Elem Med Biol. 2014 Jun 13.
31.Gibson RS, Heath AL, Szymlek-Gay EA. Is iron and zinc nutrition a concern for vegetarian infants and young children in industrialized countries? Am J Clin Nutr. 2014 May 28;100(Supplement 1):459S-468S. [Epub ahead of print]
32.Muhamed PK1, Vadstrup S.Zinc is the most important trace element. Ugeskr Laeger. 2014 Mar 3;176(5).
33. Krebs NF. Update on zinc deficiency and excess in clinical pediatric practice. Ann Nutr Metabol. 2013;62 Suppl 1:19-29. (PubMed)
34. Gibson RS, Hess SY, Hotz C, & Brown KH. Indicators of zinc status at the population level: a review of the evidence. Br J Nutr. 2008;99 Suppl 3:S14-23. (PubMed)
35.Braun LA, Ou R, Kure C, Trang A, Rosenfeldt F. Prevalence of Zinc Deficiency in Cardiac Surgery Patients. Heart Lung Circ. 2018 Jun;27(6):760-762. doi: 10.1016/j.hlc.2017.07.009. Epub 2017 Aug 14.
36. Maxfield L, Crane JS. Zinc Deficiency. StatPearls [Internet]. Treasure Island (FL): StatPearls Publishing; 2018-.2018 Nov 11.
Σημείωση:Το παρόν επιστημονικό άρθρο γράφτηκε για λόγους ενημέρωσης των ιατρών και των λοιπών επιστημόνων υγείας και δεν αποτελεί μέσο διάγνωσης ή αντιμετώπισης ή πρόληψης ασθενειών, ούτε αποτελεί ιατρική συμβουλή για ασθενείς, από τον συγγραφέα ή τους συγγραφείς του άρθρου.
Την ευθύνη της διάγνωσης, θεραπείας και πρόληψης των ασθενειών τις έχει μόνον ο θεράπων ιατρός του κάθε ασθενούς, αφού πρώτα κάνει προσεκτικά ακριβή διάγνωση.
Γιαυτό συνιστάται η αποφυγή της αυθαίρετης εφαρμογής ιατρικών πληροφοριών από μη ιατρούς. Τα συμπληρώματα διατροφής δεν είναι φάρμακα, αλλά μπορεί να χορηγούνται συμπληρωματικά, χωρίς να παραιτούνται οι ασθενείς από τις αποδεκτές υπό της ιατρικής επιστήμης θεραπείες ή θεραπευτικές τεχνικές και μεθόδους, που γίνονται, όταν χρειάζονται, υπό ιατρική καθοδήγηση, παρακολούθηση και ευθύνη. Οι παρατιθέμενες διαφημίσεις εξυπηρετούν της δαπάνες συντήρησης της παρούσας ιστοσελίδας
Το παρόν άρθρο προστατεύεται από το Νόμο 2121/1993 και 4481/2017 για την πνευματική ιδιοκτησία. Η ολική ή μερική αντιγραφή του παρόντος επιστημονικού άρθρου χωρίς τη γραπτή έγκριση του Δρ Δημητρίου Ν. Γκέλη θεωρείται κλοπή πνευματικής ιδιοκτησίας και διώκεται βάσει της νομοθεσίας.